Ομιλίες

Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται νέα νοοτροπία άσκησης πολιτικής

Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται νέα νοοτροπία άσκησης πολιτικής
Mon, 07 Nov 2011 07:47:27 +0000

Τοποθέτηση στο συνέδριο "Καινοτομία και Ανάπτυξη" με θέμα "Το μέλλον της Θεσσαλονίκης: πού πάμε;" / Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011 / Ξενοδοχείο Porto Palace  "Αγαπητοί φίλοι,   Όταν μου ζητήθηκε να καταθέσω τις σκέψεις μου για το μέλλον της Θεσσαλονίκης, αναρωτήθηκα αν θα πρέπει να το κάνω ως τεχνοκράτης, ως επαγγελματίας,  ως άνθρωπος της αυτοδιοίκησης, ή ως απλός πολίτης. Μέσα από την πρόσφατη ιδιότητα μου ως αντιδημάρχου διαπιστώνω πως το σημαντικότερο από όλα, περισσότερο ίσως από ποτέ σήμερα, είναι όσοι διαχειριζόμαστε κάποιο βαθμό εξουσίας να καταφέρνουμε να διατηρούμε ακέραιη την ιδιότητα του πολίτη. Αυτό προϋποθέτει ότι υπάρχει η απαραίτητη για την αντιμετώπιση των προβλημάτων εμπειρική γνώση των πραγμάτων αλλά και καθαρό μυαλό, απαλλαγμένο από τις στρεβλώσεις που χαρακτηρίζουν τη δημόσια διοίκηση. Στρεβλώσεις που γεννούν τόσο συχνά συμπεριφορές και νοοτροπίες, οι οποίες με τη σειρά τους δημιουργούν προβλήματα αντί να δίνουν λύσεις.   Η Θεσσαλονίκη τα τελευταία εκατό χρόνια, από την απελευθέρωση της, έχει γνωρίσει τόσο την ακμή όσο και την παρακμή. Δυστυχώς, σήμερα βιώνουμε το σημείο μηδέν. Αναμφισβήτητα, χρειάζεται μεγάλος αγώνας για να κάνουμε τη Θεσσαλονίκη ανταγωνιστική ως πόλη και να αναδειχθούμε νικητές. Η δική μας γενιά καλείται να δώσει την πρώτη της μάχη και ν’ αντιμετωπίσει αποτελεσματικά αυτή την κρίση, μετατρέποντας την σε ευκαιρία για ανάπτυξη και δημιουργία.   Ένας φίλος μου -σε μια συζήτηση αγωνίας για το μέλλον της πόλης μας- είπε χαριτολογώντας ότι ανάπτυξη για τη Θεσσαλονίκη σημαίνει να πάρει ο ΠΑΟΚ το πρωτάθλημα επί πέντε συνεχόμενα χρόνια! Όσο και αν ακούγεται αφελές, κρύβει μια σημαντική αλήθεια και θα σήμαινε ότι έχουν αλλάξει πολλά πράγματα στην πόλη μας. Σας θυμίζω τα ένδοξα χρόνια του μπασκετικού Άρη αλλά και του ποδοσφαιρικού και μπασκετικού ΠΑΟΚ από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 έως τα μέσα της δεκαετίας του ‘90, την κυριαρχία της Θεσσαλονίκης σε πανελλαδικό επίπεδο με πρωτόγνωρες για τον ελληνικό αθλητισμό διακρίσεις στην Ευρώπη. Αυτές οι διακρίσεις αναμφισβήτητα βοήθησαν στην προβολή της πόλης μας στην Ευρώπη, στο ευρύ αθλητικό κοινό. Δυστυχώς σήμερα υπάρχουν μόνο χρέη κι αναξιοπιστία!   Σ’ αυτά τα 100 χρόνια δεν είναι λίγες οι φορές που η Θεσσαλονίκη υπήρξε πρωτοπόρα: Το 1914 με την ίδρυση του Κρατικού Ωδείου, το 1926 με την ίδρυση του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου και της Διεθνούς Έκθεσης. Το 1934 ο Ελευθέριος Βενιζέλος καλεί τον μεγάλο παιδαγωγό Αλέξανδρο Δελμούζο και τον αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη και έτσι ιδρύεται το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, του οποίου είμαι περήφανος απόφοιτος. Ένα πρότυπο σχολείο, πρωτοπόρο για τα ελληνικά δεδομένα, σε επίπεδο αρχιτεκτονικής, αισθητικής και αρχών που αποτέλεσε το φυτώριο για την ανάπτυξη καινοτόμων παιδαγωγικών ιδεών και μήτρα δημιουργίας σημαντικών προσωπικοτήτων. Το 1959 με την ίδρυση της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, και η οποία είναι σήμερα η καλύτερη στην Ελλάδα και ένα πολύ πετυχημένο παράδειγμα εξωστρέφειας, με ηχογράφηση δίσκων, μετάκληση σε μουσικές πρωτεύουσες της Ευρώπης. Το 1960 εκπέμπει από τη Θεσσαλονίκη ο πρώτος τηλεοπτικός σταθμός στην Ελλάδα, ενώ την ίδια χρονιά ξεκινά και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Το 1972 ιδρύεται το Τελλόγλειο Ιδρυμα. Ένα πρώτυπο ίδρυμα – μουσείο αφιερωμένο στην πρωτοπορία και την έρευνα της τέχνης το οποίο γεννήθηκε από το όραμα μιας θεσσαλονικιάς οικογένειας προσφύγων: της οικογένειας Τέλλογλου με την πίστη ότι η Θεσσαλονίκη μπορεί να συμβάλλει  στο πολιτιστικό γίγνεσθαι. Το 1997 η Θεσσαλονίκη χρίστηκε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης ένας τίτλος που παρά τις πολλές προσδοκίες και απογοητεύσεις ενίσχυσε το πολιτιστικό δυναμικό της πόλης με σημαντικά έργα όπως το Μέγαρο Μουσικής, η Μονή Λαζαριστών, οι Αποθήκες στο Λιμάνι και πολλά άλλα. Είχε προηγηθεί η κατασκευή του Βυζαντινού Μουσείου με σημαντικές διακρίσεις όπως η βράβευση από το Συμβούλιο της Ευρώπης.   Τα επιτεύγματα στον τομέα του πολιτισμού και της παιδείας αποτελούν ευθείες συνέπειες της ανάπτυξης των προηγούμενων δεκαετιών. ενδεικτικό των πολιτιστικών ζυμώσεων που έλαβαν χώρα στην πόλη είναι και ο πλούτος σημαντικών προσωπικοτήτων που γέννησε η Θεσσαλονίκη: Σπουδαίοι λογοτέχνες όπως ο Ιωάννου, ο Αναγνωστάκης και ο Χριστιανόπουλος, μουσικοί όπως ο Κουγιουμτζής, ο Σαββόπουλος, ο Παπάζογλου, ο Ρασούλης έκαναν τη Θεσσαλονίκη ποίηση και τραγούδι στα χείλη όλης της Ελλάδας. Στις πρωτοπορίες της Θεσσαλονίκης θα πρέπει να αναφέρουμε την χάραξη των λεωφορειολωρίδων, ενώ τα διπλά λεωφορεία κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά στην πόλη μας.   Με οικονομικούς όρους, από την δεκαετία 1960-1970 μέχρι και το τέλος της δεκαετίας 1990-2000, η Θεσσαλονίκη βρέθηκε σε μία από τις καλύτερες οικονομικές της περιόδους. Έχοντας τη δεύτερη σε μέγεθος βιομηχανική παραγωγή της Ελλάδας και το 30-40% του παραγωγικού ΑΕΠ, διαχειριζόταν το 40-50% των εξαγωγών της χώρας με κατά κεφαλήν εισόδημα 15% πάνω από τον εθνικό μέσο όρο. Με το μεγαλύτερο, πρωτοπόρο και προοδευτικότερο πανεπιστήμιο στη χώρα, τη ΔΕΘ και τις συνεχείς κλαδικές της εκθέσεις καθώς και το κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της πόλης να βρίσκεται σε άνθηση, με πολιτιστικές εκδηλώσεις πανελλήνιας και διεθνούς εμβέλειας που ακόμη είναι αποτυπωμένα στις μνήμες της πόλης και των πολιτών.   Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’90 όμως, άρχισε η καμπή. Το κατά κεφαλήν εισόδημα από τη πρώτη θέση το 1997-1998 κατρακύλησε στην όγδοη, έμεινε στο 80% του εθνικού μέσου όρου, στο 58% του Νομού Αττικής και αντί 29.000€ βρίσκεται στα 17.000€. Πλέον μόνο μία στις δέκα νέες επιχειρήσεις έχει έδρα τη Θεσσαλονίκη.   Φτάσαμε λοιπόν στο σήμερα, η πόλη να μην διαθέτει ακτοπλοϊκές συνδέσεις με τα νησιά του Αιγαίου, να μη δέχεται υπεραντλατικές πτήσεις, να έχει ανεπίλυτα τα προβλήματα στην καθημερινότητά της όπως το κυκλοφοριακό η έλλειψη πάρκινγκ, οι ατμοσφαιρικοί ρύποι, το ελλειπές πράσινο, η καθαριότητα και το παραεμπόριο.   Όμως εδώ δεν είμαστε ούτε για να γκρινιάξουμε ούτε για να αναπολήσουμε περασμένες δόξες, κάτι τέτοιο είναι μη παραγωγικό και δεν ταιριάζει σε ανθρώπους που θέλουν να κτίσουν. Για να απαντήσουμε όμως στο ερώτημα «πού πάμε;» θα πρέπει να αντιληφθούμε πως φτάσαμε ως εδώ, να εντοπίσουμε τα λάθη και τις παραλείψεις και να προτείνουμε ουσιαστικές λύσεις που θα επιτρέψουν στην πόλη να ξαναγίνει κέντρο καινοτομίας και ανάπτυξης. Γιατί την όποια αλλαγή θα τη φέρει η ανάπτυξη, η δημιουργία πλούτου!   Η Θεσσαλονίκη υπήρξε και θα μπορούσε να είναι και σήμερα δυναμικό κέντρο για ολόκληρη την περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου. Η αδιαφορία των εκάστοτε κεντρικών κυβερνήσεων λειτούργησε τα προηγούμενα χρόνια ανασταλτικά. Τα αίτια για αυτή την αδιαφορία θα μπορούσαν να αναλυθούν σε ατελείωτες συζητήσεις, όμως οι ίδιοι οι φορείς αλλά και πολιτες της πόλης δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών με την πολυδιάσπαση και την ασυμφωνία που έχουμε επιδείξει. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία πανίσχυρου Υπουργού Δημοσίων Έργων τη δεκαετία που προηγήθηκε των Ολυμπιακών Αγώνων ο οποίος φεύγοντας προβληματισμένος κι απογοητευμένος από συσκέψεις με φορείς της πόλης ακούστηκε να ψιθυρίζει: «δε θα συμφωνήσετε ποτέ για το τι επιτέλους θέλετε να κάνει για σας η πολιτεία!». Και προφανώς έγιναν ελάχιστα! Η χωρίς εναλλαγή διοίκηση στο τιμόνι του δήμου για 24 ολόκληρα χρόνια φαίνεται να επιδείνωσε την κατάσταση καθώς δεν υπήρξε έδαφος για νέες προσεγγίσεις στα καίρια ζητήματα της πόλης και μοιραία οδηγηθήκαμε σε τέλμα. Επιπλέον, η έλλειψη αλλά και η αποδημία εμβληματικών προσωπικοτήτων, πολιτικών και διανοούμενων δεν επέτρεψε να γίνουν οι απαραίτητες διεργασίες, για να διαμορφωθεί ένα σαφές όραμα για την Θεσσαλονίκη πάνω στο οποίο θα βασιστεί η σύγχρονη και μελλοντική ανάπτυξη της πόλης. Η αδυναμία σύναψης και τελικά έλλειψη κοινωνικών συμμαχιών οι οποίες είναι απαραίτητες για τη συγκρότηση ενός ισχυρού μετώπου διεκδίκησης έναντι της κεντρικής διοίκησης αλλά και για τη θετική λειτουργία των ίδιων των θεσμών της πόλης συνέβαλε στην γενικότερη στασιμότητα. Επιπλέον οι θεσμοθετημένοι χώροι κοινωνικής οργάνωσης όπως είναι η αυτοδιοίκηση, τα επιμελητήρια και άλλοι φορείς, χρησιμοποιούνταν από πολλούς σαν εφαλτήρια για κομματική ανέλιξη και εκπλήρωση προσωπικών επιδιώξεων.   Στην εποχή των ταχύτατων εξελίξεων και της τεχνολογίας, δεν είναι δυνατόν η πόλη να λειτουργεί ακόμη με έναν ανατολίτικο ράθυμο και τελικά ιδιότυπα συντηρητικά τρόπο. Μέχρι πότε θα κυριαρχεί η αγωνία μας για την αυτοεπιβεβαίωση της ιστορικής κληρονομιάς μας, την οποία νομίζω ουδείς νοήμων παγκοσμίως αμφισβητεί;   Είναι προφανές ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι. Δεν θα γινόταν ούτως ή άλλως, και αν ακόμα η χώρα δεν αντιμετώπιζε αυτή τη φοβερή κρίση χρέους και αξιών. Πρέπει επιτέλους να υπάρξει ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, μια νέα συμφωνία με την κοινωνία, η οποία θα βασίζεται στη διαφάνεια, στους καθαρούς κανόνες, στον διάλογο με αρχή – μέση – τέλος, στην ανταποδοτικότητα και στην αποτελεσματικότητα. Πρέπει επιτέλους να υπάρξει διαφορετική «διαδικασία» στον τρόπο που λειτουργούμε διοικούντες και διοικούμενοι.   Τολμώ να πω ότι έχουμε περίπου κοινά οράματα, για την ακρίβεια κάνουμε περίπου ταυτόσημες σκέψεις για πολλά: όλοι θέλουμε να ολοκληρωθεί το μετρό, όλοι θέλουμε να καθαρίσει ο Θερμαϊκός, όλοι θέλουμε να ολοκληρωθεί ο διάδρομος προσαπογειώσεων στο αεροδρόμιο Μακεδονία, όλοι θέλουμε να ζωντανέψει το Λιμάνι. Ποιος διαφωνεί ότι ο προαστιακός για τη Χαλκιδική και για το Κιλκίς θα έδινε άλλη διάσταση στην οικιστική ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης; Ποιος διαφωνεί ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε στρατηγικά καλοσχεδιασμένα ανοίγματα στα Βαλκάνια, στη Ρωσία, στην Τουρκία και βεβαίως στις αναπτυσσόμενες χώρες του τέως ανατολικού μπλοκ; Είναι κανείς που δεν πιστεύει στην ανάγκη ανάπτυξης του θρησκευτικού τουρισμού στην πατρίδα του Κύριλλου και του Μεθόδιου ή στην προβολή και αξιοποίηση της αγιορείτικης κληρονομιάς;   Παρά όμως τα κοινά οράματα φαίνεται ότι δεν καταφέρνουμε να τα βρούμε μεταξύ μας. Η λίστα με τα παραδείγματα που προδίδουν λαθεμένη νοοτροπία και οδηγούν στην ασυνεννοησία είναι αρκετά μεγάλη: Η περίπτωση της υποθαλάσσιας οδού, που στοίχισε 75 εκατ. ευρώ χωρίς να δουλέψει ούτε ένας εργάτης είναι κλασικό παράδειγμα διχασμού της πόλης και ατέρμονης συζήτησης χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ομοίως η εξωτερική περιφερειακή οδός που περιβαλλοντικά και σαν κόστος είναι εξαιρετικά δύσκολη, καθώς και οι διαφωνίες για τη μετεγκατάσταση της ΔΕΘ, κ.α. Θυμηθείτε ακόμη τη χαμένη (προδωμένη θα έλεγα!) ευκαιρία της EXPO 2008.   Όλες αυτές οι καθυστερήσεις και αυτοαναιρέσεις έχουν άμεση επίπτωση στο βιοτικό επίπεδο των πολιτών και στερούν από την πόλη την ανάληψη διοργανώσεων που θα μπορούσαν να συμβάλουν αποτελεσματικά στην ανάδειξη της ως σημαντικό χώρο στο παγκόσμιο κοινωνικό-οικονομικό γίγνεσθαι. Όλοι συζητάμε και τελικά ελάχιστα υλοποιούνται. Είναι καιρός λοιπόν να σταματήσουν οι ατελείωτες συζητήσεις για τις μελέτες που δεν οδηγούν πουθενά αν θέλουμε να μπούμε επιτέλους σε τροχιά ανάπτυξης. Δεν μας λείπουν οι ώριμες μελέτες, υπάρχει πληθώρα από αυτές οι οποίες στοίχισαν τεράστια ποσά και που τελικά έχουν παραμείνει, αναξιοποίητες στα συρτάρια, ας τις χρησιμοποιήσουμε για την διεκδίκηση κονδυλίων για τα έργα. Να αρπάζουμε κάθε ευκαιρία: πρώτη ο εορτασμός του 2012 που πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως ευκαιρία για ανάπτυξη και προβολή, για δημιουργία υποδομών και όχι ως μία ακόμη φιέστα για εσωτερική κατανάλωση και για έκδοση λευκωμάτων με κατάληξη σε κάποιες βιβλιοθήκες.   Και κάποιος θα μπορούσε να μου απευθύνει το ερώτημα: τί κάνεις εσύ γι' αυτό; Ο τρόπος που λειτουργούμε στην Αντιδημαρχία Περιβάλλοντος, και Ποιότητας Ζωής είναι μια εφαρμογή του πνεύματος το οποίο πιστεύω ότι πρέπει να επικρατήσει στην πόλη. Δίνοντας από την αρχή αξία στον άνθρωπο, στον εργαζόμενο, στον επιστήμονα, ζητώντας ως μόνο αντάλλαγμα την εργατικότητά του για το καλό της πόλης, πορευόμαστε συναινετικά με το υφιστάμενο υλικό αποκαθιστώντας την έννοια της συνέχειας, που είναι απαραίτητη εάν θέλουμε να μιλάμε για μια έντιμη σχέση με τον πολίτη και την κοινωνία. Δώσαμε σημασία στην απορροφητικότητα και στο χρόνο διεκπεραίωσης, αξιοποιώντας χορηγίες και εξωτερικές συνεργασίες. Έχουμε το νου στραμμένο στο πως θα εξυπηρετήσουμε τους πολίτες, γι’ αυτό οικοδομήσαμε πάνω στα υφιστάμενα, διασφαλίζοντας έτσι την έννοια της συνέχειας και σε συνεργασία με τους πολλούς (ίσως και παραπάνω από όσους χρειάζονται!) φορείς τοπικούς και κεντρικούς.   Και κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: πιστεύουμε ότι μπορούμε να αλλάξουμε την καθημερινότητα της πόλης, με μικρά έργα. Η πολιτική του μικρού και εφαρμόσιμου. Για παράδειγμα, η φροντίδα και μόνο ενός μικρού πάρκου –το παρκακι του Αγ. Θεράποντα στην Τούμπα, η ο πεζόδρομος της Δημ. Γούναρη, για παράδειγμα- αλλάζει γρήγορα την εικόνα μιας γειτονιάς και τη ζωή των κατοίκων της περιοχής αλλά και το «μικροκλίμα» διάθεσης και απόδοσης. Αντιλαμβάνονται ότι η πολίτεια, ο Δήμος βρίσκεται κοντά τους, κάνει κάτι γι αυτούς, νιώθουν σιγουριά αλλά και διάθεση για να δημιουργήσουν και παράγουν και οι ίδιοι.   Παράλληλα η Θεσσαλονίκη διεκδικεί τον ευρωπαϊκό θεσμό της Πράσινης Πρωτεύουσας της Ευρώπης 2014 (πρώτη φορά που ελληνική πόλη διεκδικεί κάτι τέτοιο), μια ενέργεια που ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, θα τροφοδοτήσει την πόλη με εμπειρίες, ιδέες και προτάσεις για ένα πεδίο σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητο και θα την εντάξει σε μία ομάδα Ευρωπαϊκών πόλεων που επιθυμούν να πρωτοστατήσουν στον τομέα της βιώσιμης ανάπτυξης, τοποθετώντας ξανά την Θεσσαλονίκη στη θέση του πρωτοπόρου.   Η εξωστρέφεια είναι σημαντική για την ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης γι’ αυτό και η διεθνοποίηση θα πρέπει να αποτελέσει βασικό άξονα της αναπτυξιακής πολιτικής ούτως ώστε να μπορέσουν να επωφεληθούν οι επιχειρήσεις και οι πολίτες της πόλης.  Ο διεθνής μητροπολιτικός χαρακτήρας της Θεσσαλονίκης θα εξισορροπήσει την ανάπτυξη του εθνικού χώρου και τα οφέλη θα επεκταθούν σε ολόκληρη την περιφέρεια και τη Βόρεια Ελλάδα. Στο ίδιο πλαίσιο, θα πρέπει να ενισχυθεί η δυνατότητα απορρόφησης κονδυλίων και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας ούτως ώστε να μειωθεί η οικονομική ανισότητα, η οποία είναι μεγάλη, μεταξύ της περιφέρειας μας και άλλων όπως της περιφέρειας Αττικής.   Καθοριστική κρίνεται και η ικανότητα προσαρμογής της πόλης στα νέα τεχνολογικά δεδομένα μέσω της διάχυσης της καινοτομίας σε όλες τις μορφές της. Αυτό θα πρέπει να επιτευχθεί με τη συνεργασία και το συντονισμό δημόσιου και ιδιωτικού τομέα ούτως ώστε να διαμορφωθεί ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την επιχειρηματική πρωτοβουλία και ανταγωνιστικότητα.   Θα πρέπει επιτέλους η πόλη της Θεσσαλονίκης να αντιμετωπιστεί σαν ένα ενιαίο σύστημα με τις μελέτες και τις αναλύσεις των περιβαλλοντικών ζητημάτων να γίνονται σε συνάρτηση με ολόκληρο το αστικό περιβάλλον και όχι αποσπασματικά. Μόνο έτσι θα καταφέρουμε να έχουμε μια αξιόπιστη διάγνωση που θα μας οδηγήσει σε ολοκληρωμένες λύσεις και παρεμβάσεις. Η επιλογή για πράσινη ανάπτυξη εκτός από σκοπός είναι και μέσο για την ενίσχυση της ευημερίας μέσω της δημιουργίας «πράσινων» θέσεων απασχόλησης στους τομείς της ενέργειας, των κατασκευών και της ανακύκλωσης αλλά και έμμεσων θέσεων απασχόλησης που πυροδοτούνται από τη στροφή στην πράσινη ανάπτυξη σε ευρύτερους τομείς της οικονομίας, λόγω τόνωσης της κατανάλωσης. Στη κατεύθυνση αυτή, το Μετρό της Θεσσαλονίκης είναι ένα έργο με τεράστια περιβαλλοντικά οφέλη όχι μόνο με την αλλαγή που θα φέρει στο συγκοινωνιακό χάρτη αλλά και με τη βελτίωση του αστικού περιβάλλοντος μέσω της αποσυμφόρησης και της δυνατότητας πεζοδρομήσεων στην καρδιά του ιστορικού κέντρου.   Η Θεσσαλονίκη θα πρέπει να αξιοποιήσει τους πυρήνες διανόησης και τα μέσα που διαθέτει για να προσελκύσει επενδύσεις, τουρισμό και εισαγόμενα κονδύλια. Οι προϋποθέσεις υπάρχουν, είναι όμως αναγκαία η καλλιέργεια μιας νέας νοοτροπίας στην άσκηση πολιτικής, από όλες τις δυνάμεις, που θα θέτει ως προτεραιότητα το αποτέλεσμα προς όφελος των πολιτών και δεν θα αναλώνεται σε χρονοβόρες διαδικασίες.   Είναι απαραίτητο να συμμαχήσουν οι δυνάμεις της πόλης, δυνάμεις που βρίσκονται σε όλους τους χώρους και σε πολλούς φορείς, ώστε να καταφέρουμε να διεκδικήσουμε αποτελεσματικά τους κοινούς μας στόχους, προς ένα βιώσιμο μέλλον βασισμένο στην αειφόρο ανάπτυξη και την ποιότητα ζωής.   Από την άλλη πλευρά η στροφή στις νέες γενιές αλλά και σε πολίτες που έδωσαν διαπιστευτήρια επαγγελματικής και κοινωνικής δράσης και αποτελεσματικότητας είναι πλέον επιβεβλημένη. Νέοι, αυτοδημιούργητοι, καταξιωμένοι στην κοινωνία πρέπει όχι απλώς να έχουν λόγο αλλά και να διαχειρίζονται τις αστικές υποθέσεις. Φρέσκιες ιδέες, όρεξη για δουλειά, όραμα και φιλοδοξίες, όλα αυτά αποτελούν  τις προϋποθέσεις δημιουργίας και επιτυχίας.   Η Ελλάδα και κατά μείζονα λόγο η Θεσσαλονίκη ως σταυροδρόμι πολιτισμών και εθνοτήτων πάντα διχαζόταν ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή. Ο διχασμός αυτός μπορεί να οδηγήσει σε αδράνεια, στην αναποτελεσματικότητα, στην οποία αναφέρθηκα προηγουμένως. Μπορεί να αποτελέσει λόγο προόδου ή οπισθοδρόμησης. Η Θεσσαλονίκη όμως δεν μπορεί να μένει περιχαρακωμένη, κλεισμένη στον εαυτό της, σε περιδίνηση εσωστρέφειας και αναζήτησης προσωπικότητας. Θέλουμε μια Θεσσαλονίκη κοσμοπολίτικη, τολμηρή και περήφανη για τα ανατολίτικα στοιχεία της αλλά και σε με διαρκή προσπάθεια για τον εκσυγχρονισμό της και την αφομοίωση των στοιχείων της δύσης. Κι αυτό βέβαια μπορεί να επιτευχθεί πρωτίστως με την ενθάρρυνση της διεθνοποίησης της παιδείας αλλά και της παγκοσμιοποίησης της πληροφορίας.   Η βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών, είναι αποτέλεσμα της καθημερινής συμπεριφοράς τόσο της διοίκησης όσο και του κάθε πολίτη ξεχωριστά. Συνιστά αυτό μια νέα νοοτροπία που τουλάχιστον εμείς στο Δήμο Θεσσαλλονίκης επιχειρούμε να εισάγουμε εδώ και ένα χρόνο. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι μόνο με την ενεργή συμμετοχή των πολιτών μπορούμε να αλλάξουμε την πόλη. Απαιτείται ένας νέος κώδικας αστικής συμπεριφοράς όλων μας.  Ο εθελοντισμός αλλά και η συμμετοχικότητα στις δράσεις είναι απαραίτητη προϋπόθεση της αλλαγής προς το καλύτερο.   Κι επειδή μιλάμε για το αύριο της Θεσσαλονίκης σε ένα εξαιρετικά δύσκολο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον, πιστεύω ότι σε συνεργασία με την κεντρική διοίκηση έχουμε υποχρέωση απέναντι στους πολίτες να διεκδικούμε και να ολοκληρώνουμε τις υποδομές και τα έργα μεγάλης κλίμακας που είναι ήδη δρομολογημένα, αλλά και να μη διστάζουμε να ασχολούμαστε με τα μικρά έργα της γειτονιάς. Κάθε βδομάδα, κάθε μήνα πρέπει να ανακοινώνουμε μια πρωτοβουλία, να χαιρόμαστε ένα μικρό έργο που αλλάζει προς το καλύτερο τη ζωή μερικών εκατοντάδων συμπολιτών μας!   Αγαπητοί φίλοι συνοψίζοντας δε θα σας πω κάτι καινούριο, πρέπει όμως να επαναλαμβάνεται μονότονα: Τα πάντα τα γεννάει η οικονομία και το ανθρώπινο δυναμικό. Ο συνδυασμός αυτών των δύο μπορεί να φέρει ανάπτυξη και για την πόλη μας. Για να πετύχουμε την αξιοποίηση του δεύτερου και την άνθηση του πρώτου, απαιτείται μια νέα συμφωνία με την κοινωνία. Μια συμφωνία που θα συνεπάγεται νέα νοοτροπία άσκησης πολιτικής, θα συνεπάγεται συμμαχία δυνάμεων που βρίσκονται σε όλους τους χώρους και θα στοχεύει στο αποτέλεσμα και όχι στη διαδικασία, επ’ ωφελεία ασφαλώς της πόλης και των πολιτών. Στην προσπάθεια αυτή συμμετοχή πρέπει να έχει ο κάθε πολίτης, που είναι συνυπεύθυνος αλλά και δικαιούχος της άνοιξης που ελπίζω ότι θα μας έρθει μετά το βαρύ χειμώνα που ζούμε".

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ