Ομιλίες

Μεταρρυθμίσεις ή η επιβολή του αυτονόητου

Μεταρρυθμίσεις ή η επιβολή του αυτονόητου
Wed, 23 Dec 2015 09:00:17 +0000

Η Ελλάδα υπήρξε πάντα διχασμένη. Ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή, την Ορθοδοξία και την Ευρώπη, την οικογένεια και την ευρύτερη κοινωνία, του προσωπικού συμφέροντος και του κράτους δικαίου. Αυτό που στιγμάτισε την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας και του τρόπου σκέψης ήταν το έλλειμμα του διαφωτισμού. Η βασική σκέψη του διαφωτισμού στηρίχθηκε στο αξίωμα ότι η προφανής εξήγηση είναι η ορθή. Σας φαίνεται να έχει αυτό εφαρμογή στον ελληνικό τρόπο σκέψης; Το έλλειμμα της βίωσης του διαφωτισμού, και του αστικοδημοκρατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας μας θα μας κυνηγά δυστυχώς για πάντα. Το σύγχρονο ελληνικό κράτος αναζήτησε τις μεταρρυθμιστικές πολιτικές μορφές αλλά και τις πολιτικές επιλογές σε καθοριστικές στιγμές της ιστορίας του. Ξεκινώντας με τον Καποδίστρια. Οι προσπάθειες «επιβολής» εκσυγχρονιστικών και μεταρρυθμιστικών λύσεων και ευρωπαϊκών δομών προσέκρουσαν σε ισχυρές αντιδράσεις φτάνοντας πολλές φορές μέχρι και τη φυσική εξόντωση όλων αυτών που προσπάθησαν γι αυτές. Και φτάνουμε στις μέρες μας, όπου μετά το «σκάσιμο» της μεγάλης οικονομικής κρίσης μέσα από τα μνημόνια (και όσα αυτά συνεπάγονται) γίνεται μια βίαιη προσπάθεια επιβολής των (κατά κανόνα αυτονόητων) μεταρρυθμίσεων. Γιατί όλες οι παθογένειες που έχουν συσσωρευτεί και έχουν οδηγήσει τη χώρα σε αυτή την κατάσταση συναντώνται στην ανυπαρξία ουσιαστικών και τολμηρών μεταρρυθμίσεων σε όλα τα επίπεδα. Με την πολιτική του τίποτα και με τους κοινωνικούς αυτοματισμούς, τις νομοτέλειες των αναγκαστικών και επιβαλλόμενων πολιτικών και την εσωστρέφεια ή τις παράλογες προσαρμογές (λόγω ιδιαίτερων χαρακτηριστικών) καταλήξαμε να μην αλλάζουμε τίποτα ή ό,τι αλλάζει να γίνεται χειρότερο. Όλοι αναγνωρίζουν ότι η κατάσταση στη χώρα πρέπει να αλλάξει. Όμως στη βάση κάποιων γεγονότων φτάσαμε στο σημείο να δαιμονοποιήσουμε τη λέξη «μεταρρύθμιση», όπως στο παρελθόν δαιμονοποιήσαμε άλλους όρους (εκσυγχρονισμός κτλ.). Ταυτίστηκαν οι μεταρρυθμίσεις με τις απαιτήσεις των πιστωτών της χώρας, με αποτέλεσμα στην κοινή γνώμη να εξισώνονται με τα επώδυνα μέτρα της τρόικας. Οι κυβερνήσεις επιδίωξαν να γίνει αυτό, προκειμένου να μην ταράξουν τα νερά και να μην ξεβολέψουν την κομματική πελατεία, η οποία είναι η πρώτη και η μόνη που ωφελείται από την παρατεταμένη αδράνεια και τη μη αλλαγή σε όλα τα επίπεδα. Ακόμη και μεταρρυθμίσεις που άρχισαν δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ, με αποτέλεσμα να μην έχουμε δει αν και κατά πόσο αποδίδουν. Η συζήτηση αντί για εντελώς πρακτική έχει αποδειχθεί επώδυνα θεωρητική. Έτσι, αναγκαζόμαστε και πάλι να εξηγήσουμε γιατί χρειαζόμαστε τις μεταρρυθμίσεις. Η κατάσταση σήμερα Ορισμένα δεδομένα που δείχνουν που βρίσκεται η Ελλάδα παγκοσμίως: -Στις πιο ανταγωνιστικές οικονομίες (λίστα Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ) η Ελλάδα είναι στην 81η θέση σε σύνολο 140 χωρών. Χαμηλότερα από Ρουάντα, Μποτσουάνα και Τατζικιστάν. -Στην αποτελεσματικότητα διακυβέρνησης η Ελλάδα κατέχει την 26η θέση σε σύνολο 28 χωρών μελών της ΕΕ. -Στη χρήση στρατηγικής διοίκησης των ανθρώπινου δυναμικού στην Κεντρική Κυβέρνηση είμαστε την προτελευταία θέση. -Παρουσιάζουμε υστέρηση στο 72% των δεικτών του ευρωπαϊκού ψηφιακού θεματολογίου, γεγονός που απηχεί χαμηλές επιδόσεις στη διείσδυση της ευρυζωνικότητας, στην τακτική χρήση του διαδικτύου, στη χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών και ηλεκτρονικών προμηθειών. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση αξιολόγησης της χώρας και το βαθμολόγιο του ψηφιακού θεματολογίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2013, το 36% των Ελλήνων δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ το διαδίκτυο, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ είναι 21%. Επίσης για την ίδια περίοδο το 36% των Ελλήνων έχουν χρησιμοποιήσει υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης κατά τους τελευταίους 12 μήνες με τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ να είναι 41%. -Το 2012 η Ελλάδα πέτυχε το ανώτατο επίπεδο για επτά από τις είκοσι βασικές υπηρεσίες Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στην Ε.Ε. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά στο ποσοστό παροχής ολοκληρωμένων ηλεκτρονικών υπηρεσιών σε πολίτες και επιχειρήσεις εντός Ε.Ε, το 2010 έχει καταταχθεί στην τελευταία θέση. -Σε σχέση με το μέγεθος της χώρας και της οικονομίας της, ο δημόσιος τομέας είναι ένας από τους μεγαλύτερους και πιο δαπανηρούς της Ευρώπης. Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ κατατάσσει την Ελλάδα σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, αναφορικά με την ποιότητα των προσφερόμενων δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών. -Μόλις το 2013 έχουμε σαφή καταγραφή των δημοσίων υπαλλήλων της χώρας, που αριθμούν πολλαπλάσιους σε σχέση με αντίστοιχου πληθυσμιακού μεγέθους χώρες. Το 2009 δημόσιοι υπάλληλοι δήλωναν 950.000 Έλληνες και σήμερα περίπου 600.000. -Η γραφειοκρατία δεν είναι μια απροσδιόριστη έννοια. Η χαρτούρα μαστίζει την Πολιτεία και την Αυτοδιοίκηση σε όλα τα επίπεδα, στην εποχή της ηλεκτρονικής υπογραφής και των απρόσωπων και ανέπαφων συναλλαγών. Μόνο μερικά στατιστικά: 1.Σφραγίδες για την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος: 19. 2.Μία υπουργική απόφαση κάθε τρεις ώρες τα τελευταία 40 χρόνια. Και ένας νόμος ψηφίζεται κάθε 3,5 μέρες. 3.Χρειάζονται τρία χρόνια για τη συγκρότηση ενός πειθαρχικού συμβουλίου. 4.Τελική κρίση για έναν πειθαρχικά υπόλογο δημόσιο υπάλληλο από το ΣτΕ χρειάζεται 10 χρόνια για να εκδοθεί. 5.Στην αδειοδότηση μιας επιχείρησης εμπλέκονται 11 υπουργεία. 6.Για την εξαγωγή προϊόντων χρειάζονται 16-20 μέρες, όταν στην Ισπανία χρειάζονται 10. Οι 11 – 14 μέρες χρειάζονται για συμπλήρωση εγγράφων. 7.Σε 138 χώρες η Ελλάδα κατατάσσεται 126η στο άνοιγμα της οικονομίας της. - Η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία στην κλίμακα ποιότητας δικαιοσύνης στην ΕΕ. Είναι η τρίτη χειρότερη χώρα στην ΕΕ στην απονομή δικαιοσύνης, σύμφωνα με αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όσον αφορά στην ποιότητα του συστήματος δικαιοσύνης προκύπτει ότι σε μια κλίμακα που κυμαίνεται από το 0 έως το 4 η Ελλάδα είναι τελευταία στην ΕΕ με επίδοση 1,5. Στα δεδομένα για την αντίληψη περί ανεξαρτησίας του συστήματος απονομής δικαιοσύνης η Ελλάδα καταλαμβάνει την 24η θέση στην ΕΕ και την 84η σε σύνολο 184 χωρών. -Στην απορρόφηση του ΕΣΠΑ μπορεί να φαίνεται ότι φτάσαμε επιτέλους στο Γ’ τρίμηνο του τελευταίου έτους στο 89%, όμως η απώλεια ακόμη και ενός ευρώ από τα πολύτιμα για τη χώρα μας κοινοτικά κονδύλια είναι εγκληματική. Μοντέλα μεταρρυθμίσεων Υπάρχουν επιτυχημένα μοντέλα μεταρρυθμίσεων σε όλα τα επίπεδα. Δε χρειάζεται να μας επιβάλει κανείς τίποτα, δε χρειάζεται να ανακαλύψουμε την Αμερική. Χρειάζεται μόνο βούληση και πορεία κόντρα στο ρεύμα των βολεμένων. Το διακύβευμα είναι η συνταγματική αναθεώρηση, τα κίνητρα για επενδύσεις και νέες θέσεις εργασίας, οι ουσιαστικές πραγματικές μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει αμάσητη καραμέλα… Στη Ελλάδα όμως δεν μπορούμε καν να προχωρήσουμε στην αλλαγή του εκλογικού συστήματος και στην κατάργηση των πελατειακών σχέσεων. Ούτε καν η κυβέρνηση της Αριστεράς. Για να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις απαιτείται κοινωνική και πολιτική συμφωνία. Όχι προσχηματική, αλλά πραγματική και πρακτική. Κάθε αλλαγή στο φορολογικό σύστημα, δηλαδή πέντε έξι το χρόνο, βαφτίζεται μεταρρύθμιση. Δεν είναι. Μεταρρύθμιση σημαίνει ένα σταθερό, αμετάβλητο για τουλάχιστον μια πενταετία φορολογικό σύστημα, που θα επιβραβεύει τους συνεπείς φορολογούμενους, που θα δώσει κίνητρο για προσέλκυση επενδύσεων και θα διαμορφώσει ένα περιβάλλον επιχειρηματικότητας υγιές. Επί δυο χρόνια δεν υπάρχει στη χώρα αναπτυξιακός νόμος. Οι επιχειρήσεις στραγγαλίζονται, χωρίς κίνητρα, χωρίς ρευστότητα και πλέον με capital controls. Είμαστε άτολμοι ακόμη και στην αποκέντρωση αρμοδιοτήτων στην Αυτοδιοίκηση. Ακόμη και στα κοινωνικά θέματα βιώνουμε τη χειρότερη μορφή της συντήρησης. Σύμφωνο συμβίωσης, αποτέφρωση νεκρών, συνταγματικά προστατευμένη και κοινωνικά ανύπαρκτη ανεξιθρησκία, ξενοφοβία και ρατσισμός, ταμπού στο σεξ, εκπαίδευση με κριτήρια προηγούμενων αιώνων. Συζητούμε ακόμη –και βαρεθήκαμε πια- για μια συνολική αλλαγή στο δημόσιο, το οποίο δε λειτουργεί όπως πρέπει, δεν παράγει πλούτο, όμως είναι η ιερή αγελάδα, η μεγάλη δεξαμενή των ψήφων… Από πότε μιλάμε για τη βόμβα του ασφαλιστικού, το δημογραφικό και την ανεργία, που απειλούν τα ταμεία; Από πότε μιλάμε για ένα σύστημα υγείας που είναι αναποτελεσματικό, δαπανηρό και πλέον ανίκανο; Πόσα χρήματα ξοδεύτηκαν για νοσοκομεία και κέντρα υγείας μέσω των ευρωπαϊκών προγραμμάτων; Ακόμη συζητούμε για τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων σε μια χώρα που αν το παιδί δεν πάει φροντιστήριο δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο σχολείο. Όταν το ποσοστό της δαπάνης για έρευνα και ανάπτυξη επί του ΑΕΠ στη χώρα μας είναι το χαμηλότερο στην ΕΕ, με το καταπληκτικό 0,6% να φιγουράρει προσβλητικά. Είμαστε από τις τριτοκοσμικές χώρες που δεν έχουν καν κτηματολόγιο και δασολόγιο ολοκληρωμένο, που μετατρέψαμε σε βοσκοτόπια τις θάλασσες για να πάρουν ορισμένοι επιδοτήσεις, που οι βασικές λειτουργίες των τοπικών κοινωνιών καθορίζονται από την κεντρική διοίκηση, που δεν αναγνωρίζεται η οικονομική και διοικητική αυτοτέλεια της αυτοδιοίκησης, που δεν έχουμε θεσμοθετήσει την υποχρεωτική ανακύκλωση, που δεν έχουμε καν εθνικό και περιφερειακά σχέδια διαχείρισης αποβλήτων… Κλείνουμε τα μάτια στο προσφυγικό. Δεν έχουμε καν σταθερή εθνική και μεταναστευτική πολιτική. Η Πολιτεία έχει απεμπολήσει τον ελεγκτικό της χαρακτήρα, δηλαδή την ουσία της ύπαρξής της, και τη μια γίνεται επιχειρηματίας, την άλλη βρίσκει φτηνές δικαιολογίες αδυναμίας άσκησης του κύριου καθήκοντός της. Κινούμαστε σε καθεστώς ιδιότυπης ανομίας, που αφήνει ανοιχτά παράθυρα σε επιτήδειους να διαλύουν τον κοινωνικό ιστό. Έχει εγκαθιδρυθεί ένα καθεστώς κατάφορης αδικίας απέναντι στους πολλούς και υπέρ των λίγων. Ακριβώς επειδή κάποιοι το επιδιώκουν. Δημόσιος λόγος και πράξη Και την ίδια ώρα στη δημόσια εικόνα και το δημόσιο λόγο κυριαρχεί η εύληπτη από τις μάζες εικόνα, η πολιτική υποκουλτούρα, ο ρηχός λόγος, της ατάκας και της φανφάρας, με μοναδικό σκοπό να προκαλέσει τον κόσμο να ασχοληθεί με ένα πρόσωπο που δεν έχει να πει τίποτα περισσότερο από εξυπνακισμούς, ταχείας κατανάλωσης και χαμηλών θερμίδων. Ο πολιτικός κόσμος έμαθε έτσι να ζει με τα επιτυχημένα πρότυπα του ναρκισσισμού και της μεγαλομανίας. Προσαρμόστηκε στη μάχη της ατάκας, που ταιριάζει στις απαιτήσεις ενός επικοινωνιακού συστήματος το οποίο αρνείται να σκαλίσει λίγο πιο κάτω από την επιφάνεια, να ασχοληθεί με τον πολιτικό λόγο και τους πολιτικούς που αναλύουν, που προτείνουν. Που χρησιμοποιούν επιχειρήματα και αριθμούς. Το ζητούμενο Οι πρώτες σοβαρές ενδείξεις της απαξίωσης της χώρας είναι πρώτον η μαζική μετανάστευση των νέων αλλά και του πιο δημιουργικού τμήματος του πνεύματος και της παραγωγής εκτός Ελλάδας. Το δεύτερο είναι η χαμηλή συμμετοχή στις εκλογικές διαδικασίες. Από ποσοστά συμμετοχής που άγγιζαν το 90% στις δεκαετίες του ’80 και ’90, φτάσαμε στις τελευταίες εκλογές να ψηφίζει κάτι κοντά στο 50%. Η συμμετοχή σε επιμελητήρια και φορείς τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Ούτε 1 στους 3 δεν ασχολείται! Οι πολίτες λοιπόν όλο και λιγότερο εμπιστεύονται τους θεσμούς και τους εκπροσώπους τους. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί! Το ζητούμενο σήμερα, προφανώς, είναι πρωτίστως η κανονικότητα, και η δημιουργία ενός ασφαλούς περιβάλλοντος ανάπτυξης. Αυτό θα έρθει μέσα από τις μεταρρυθμίσεις και ένα σοβαρό σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας. Μια γενναία συνολική μεταρρύθμιση της καθημερινότητάς μας, πολυεπίπεδη, που θα πάει από πάνω προς τα κάτω, από την ηγεσία προς το λαό, μέσω της εφαρμοσμένης πολιτικής, νομοθεσίας και διοίκησης. Που θα πάει από κάτω προς τα πάνω, από το λαό στην ηγεσία, μέσω των εκλογών. Με τη χρήση των υφιστάμενων θεσμών, με την αξιοποίηση των ΜΜΕ και των ραγδαία χρησιμοποιούμενων μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Με βασικά εργαλεία τους φορείς, τα επιμελητήρια, ακόμη και τα αθλητικά σωματεία. Με όλα και όσους αποτελούν την Κοινωνία των Πολιτών. Θέλουμε πια πολιτικές πράξεις. Συναίνεση και συνεργασία με εθνικούς στόχους, δημόσιο διάλογο, σεβασμό σε κανόνες, χειραφέτηση της δημόσιας διοίκησης, επένδυση στην Παιδεία και τον Πολιτισμό. Η κρίση είναι το λιγότερο ίσως οικονομική. Έχουμε αξιακά και θεσμικά προβλήματα. Λείπει ένα κοινωνικό συμβόλαιο που θα περιγράφει σαφώς την ευθύνη πολίτη και πολιτικού. Για να ξεφύγουμε από τις τάσεις επικίνδυνης αυτοδικίας και ενστικτώδους κριτικής. Γιατί την ώρα που μιλάμε για μεταρρυθμίσεις αντιμετωπίζουμε το φάντασμα του εθνικού διχασμού. Η πολιτική είναι σύνθετη. Η απαξίωσή της επικίνδυνη. «Οι μεταρρυθμιστές είναι εργένηδες», είπε ο Ιρλανδός συγγραφέας, Τζορτζ Μουρ, υπονοώντας προφανώς μοναχικούς και απερίσπαστους πολίτες. Εγώ είμαι εργένης, αλλά ελπίζω όχι μόνος σ’ αυτήν τη μεγάλη προσπάθεια.  

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ